Το χρώμα, χρησιμοποιείται στον κινηματογράφο
ως μέσο οπτικής έκφρασης, από σκηνοθέτες και διευθυντές φωτογραφίας όταν καθίσταται
αναγκαίο σε μία σκηνή, με σκοπό την περαιτέρω φόρτιση ή αποφόρτιση της. Όλα τα
χρώματα κουβαλάνε συναισθήματα. Για παράδειγμα τα θερμά χρώματα (κόκκινο,
κίτρινο, πορτοκαλί) μας αφυπνούν, ενώ τα ψυχρά (μπλε, πράσινο, λευκό) μας
χαλαρώνουν.
Υπάρχουν κλασικά παραδείγματα ταινιών ντυμένες
με ένα μόνο χρώμα όπως η τριλογία του Κισλόφσκι στην όποια η κάθε ταινία είχε
“λουστεί” οπτικά με αυτό του τίτλου της. Το μπλε λόγου χάρη μας μετέφερε πίστη,
πνευματικότητα, αφοσίωση, ηρεμία, και διαύγεια. Το λευκό προστασία, αγάπη,
καθαρότητα, ταπεινοφροσύνη αλλά και εκδίκηση, ενώ το κόκκινο, θυμό, πάθος,
οργή, επιθυμία, δύναμη και βία.
Τα τρια χρώματα ειναι κλασικό παράδειγμα
ολόκληρων ταινιών που γυρίστηκαν με βάση ενα και μόνο χρώμα, αλλά φυσικά και
επιμέρους σκηνές από ταινίες επενδύθηκαν οπτικά με αυτό τον τρόπο όπως για
παράδειγμα την κατακόκκινη καμπίνα του Discovery one στην Οδύσσεια του
διαστήματος να σημαίνει κίνδυνο, ταχύτητα και δύναμη, ή τα καταπράσινα βουνά
στην έναρξη της Λάμψης να σημαίνουν υγεία, ανανέωση, εμμονή αλλά και καλή τύχη.
Οι τηλεοπτικές σειρές που τα τελευταία χρόνια
προσεγγίζουν τα υψηλά στάνταρ του κινηματογράφου με πρωτοπόρους το Game of
Thrones και το True Detective δε θα μπορούσαν να μην κάνουν χρήση της
συναισθηματικής πληροφορίας μέσω χρώματος. Ένα απλό παράδειγμα είναι η
τελευταία σκηνή του Tommen Baratheon στο δέκατο επεισόδιο της έκτης σεζόν του
Game of Thrones.
Ένα σταθερό απόλυτα ισορροπημένο κάδρο με τον
νεαρό βασιλιά να στέκεται λίγο πιο αριστερά από το κέντρο του, είναι στημένο
έτσι ακριβώς όπως πρέπει για να μας μεταδώσει την κατάσταση αστάθειας που
βρίσκεται ο πρωταγωνιστής. Στο βάθος βλέπουμε τα συντρίμμια της καταστροφής ενώ
δεν ακούμε σχεδόν τίποτα.
Ολόκληρη η σκηνή εχει επενδυθεί όχι τυχαία με
ένα και μόνο χρώμα. Το κίτρινο. Και τι σημαίνει αυτό στην παλέτα της
συναισθηματικής πληροφορίας ;
Ανασφάλεια, επίγνωση, τρέλα, προδοσία, δειλία,
αρρώστια, και όλοι ξέρουμε τι γίνεται στο τέλος της σκηνής.
Mε το Game of Thrones να κλεινει τον τηλεοπτικο του "κυκλο" νωριτερα απο οτι περιμεναμε χωρις καν να εχουν ολοκληρωθει τα δυο τελευταια βιβλια της σειρας, οι δημιουργοι της σειρας David Benioff και D.B. Weiss δηλωσαν προσφατα σε συνετευξη τους στο Variety οτι το οριστικο τελος θα ρθει 13 επεισοδια αργοτερα μετα το τελος του 6ου κυκλου, χωρισμενα σε 2 επιπλεον σεζον, την 7η και την 8η. Ο διευθυντης προγραμματος του ΗΒΟ Michael Lombardo δεν εκρυψε την δυσαρεσκεια για το αναποφευκτο φιναλε της σειρας λογω της καθυστερημενης κατ εξακολουθηση αδυναμιας του George RR Martin να ολοκληρώσει τα 2 εναπομείναντα βιβλια της σειρας The winds of Winter και Α Dream of Spring με αποτελεσμα ο μονοδρομος της εναλακτικης εξελιξης της ιστοριας να ειναι πλεον γεγονος. Παρολα αυτα τα πραγματα φαινεται να εχουν και μια αλλη προοπτική.
Λιγους μηνες νωριτερα ο Martin δηλωσε τα εξης σε Βρετανικη εφημεριδα:
"Θα υπάρξει μελλοντικα ταινια στην οποια εγω δε θα εχω αναμιξη. Εχω τοσα πολλα να κανω. Δε μπορω να ασχοληθω με κατι τετοιο. Αυτο ειναι κατι με το οποιο τρεχουν το HBO και o David με τον D.B. Εχω δυο βιβλια ακομα να τελειωσω και εχω πολυ δουλεια ακομα."
Βεβαια παρα τα ωραια λογια του Martin σχετικα με μια επερχομενη Game of thrones ταινια o ιδιος σχετικά προσφατα μας γείωσε καθε ελπιδα για κατι τετοιο λεγοντας στην Daily Star:
"Δεν ισχυει κατι τετοιο. Κανεις δε δουλευει πανω σε καποια ταινια αυτη τη στιγμη και σας το διαβεβαιωνω οτι αν καποια στιγμη γινει ταινια θα ειναι για την επανασταση του Ρομπερτ."
Σιγουρα ο Martin μια που μας πορωσε και μια που μας συνθλιψε τις ομορφες σκεψεις για ταινια, ακριβως οπως συνθλιψε το Βουνο τον αμοιρο τον Ομπεριν αλλα μιας και θα μπορουσε να πει κανεις οτι αφου ο Μartin ειναι ικανοποιημενος απο το αποτελεσμα της σειρας τοτε γιατι να μη δωσει το πρασσινο φως σε μια ταινία με το ιδιο καστ; Ετσι και αλλιως οι ηθοποιοι και τα συνεργεια που πλαισιωνουν τη σειρα εχουν θεωρηθει τα καλυτερα στην ιστορια της τηλεορασης. Παρολα αυτα πρεπει να δουμε βεβαια και την αληθεια πισω απο μια τετοια κινηση.
Υπαρχουν παρα πολλες σειρες βιβλιων φαντασιας που απετυχαν παταγωδως στις μεταφορες τους στη μεγαλη οθονη ξεκινωντας απο το Αστερι του Βορα και το Εραγκον, μεχρι την Αλικη στη χωρα των Θαυματων του Τιμ Μπαρτον και του πιο προσφατα 100% απαραδεκτου και σχεδον αταλαντα σκηνοθετημενου Χομπιτ με τον Πητερ Τζακσον φανερα ανικανο να επαναλαβει τον θριαμβο του Αρχοντα των δαχτυλιδιων. Ολα θαυμασια διηγηματα που θυσιαστηκαν ομως στον βωμο του χρηματος για να γινουν πιο εμπορικα και πιο επικερδη για το μεσο καθυστερημενο αμερικανικο κοινο αναγκαζοντας και σενα να γινεις ενα και το αυτο με ολο αυτο το συστημα που πλασαρει το χολιγουντιανο μοντελο. Oλα τα παραπανω, διηγματα και βιβλια που ουτως η αλλως το υλικο τους ηταν πολυ σπουδαιο για να γινουν μη αποδεκτες απο το mainstream κοινο οι κινηματογραφικες τους μεταφορες, ειτε καλες οπως τα Χαρι Ποτερ, ειτε κακες οπως τα Twilight.
Σε ερωτηση που εγινε λοιπον στον Βenioff σχετικα με την διαρκεια της σειρας, ο ιδιος δηλωσε:
"Δεν υπαρχει περιπτωση να επεκτεινουμε την σειρα σε περισσοτερο απο 13 επεισοδια μετα τον 6ο κυκλο γιατι γνωριζουμε το τελος και το πλησιαζουμε"
Για το τελος ενα φιναλε μετα απο δυο μικρες σεζον ακομα ειναι μαλλον κατι που δε θα ικανοποιουσε κανενα φαν της σειρας. Ιδιως οταν θα εχει τοσο μεγαλη αποκλιση απο τα βιβλια αλλα και απο την αλλη, η ακαταπαυστη μηχανορραφια εν αναμονη των δυο τελευταιων βιβλιων για ολοκληρους κυκλους στο μελλον φανταζει μαλλον ανοητη. Οπως και να χει ο Μαρτιν δε θα βιαστει σιγουρα να κυκλοφορησει κατι μονο και μονο για την χαρη του HBO και αν και οι λατρεις των βιβλιων το καταλαβαινουν, οι φαν τις σειρας το βρισκουν μαλλον αδιανοητο σαν ιδεα και αφηνονται στους παραγωγους της σειρας για μια διαφορετικη εξελιξη και φιναλε απο αυτο που εχει στο μυαλο του ο ιδιος ο δημιουργος. Ετσι κι αλλιως εχει αποδειξει οτι μαλλον ειναι υπερμαχος του ρητου "το καλο πραγμα αργει να γινει" μιας και τα βιβλια της σειρας βρισκονται σε εξελιξη εδω και 20 χρονια. Οι κατευθύνσεις που θα μπορουσανε να παρουνε διαφορες spin off ταινιες ειναι πολλες και αρκετα ενδιαφεροντες μονο στην σκεψη και αν και το μελλον παρουσιαζεται μαλλον ομιχλωδες για την ωρα σε μια τετοια ιδεα, τα παντα δειχνουν απο τα προαναφερομενα και του Μαρτιν και των υπολοιπων συντελεστων οτι τιποτα δεν ειναι απιθανο και οτι μπορουμε, σχεδον με βεβαιοτητα, να ελπιζουμε σε μια μελλοντικη μεταφορα στη μεγαλη οθονη.
Τρεις μήνες μετά την έναρξη του 2016 και μετά από αρκετές ενδιαφέρουσες ταινίες για το πρώτο τρίμηνο της χρονιάς, έκανα λίστα ταινιών που θα βγουν στο υπόλοιπο της χρονιάς. Χωρίς πολλά πολλά λοιπόν ξεκινάμε.
1. MILES AHEAD του Don Cheadle
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 4 ΑΠΡΙΛΙΟΥ
2. THE JUNGLE BOOK του Jon Favreau
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 21 ΑΠΡΙΛΙΟΥ
3. CAPTAIN AMERICA: CIVIL WAR των Αntony και Joe Russo
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 5 ΜΑΙΟΥ
4. X MEN APOCALYPSE του Bryan Singer ΠΡΕΜΙΕΡΑ 19 ΜΑΙΟΥ
5. ALICE THROUGH THE LOOKING GLASS του Τim Burton
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 26 ΜΑΙΟΥ
6. THE CONJURING 2 του James Wan
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 9 ΙΟΥΝΙΟΥ
7. NOW YOU SEE ME 2 του Jon M Chu
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 10 ΙΟΥΝΙΟΥ
8. WARCRAFT του Dunkan Jones
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 10 ΙΟΥΝΙΟΥ
9. INDEPENDENCE DAY RESURGENCE του Roland Emmerich
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 24 ΙΟΥΝΙΟΥ
10. THE BFG του Steven Spielberg
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 1 ΙΟΥΛΙΟΥ
11. THE PURGE: ELECTION YEAR του James DeMonaco
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 1 ΙΟΥΛΙΟΥ
12. THE LEGEND OF TARZAN του David Yates
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 7 ΙΟΥΛΙΟΥ
13. THE SECRET LIFE OF PETS των Chris Renaud και Yarrow Cheney
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 8 ΙΟΥΛΙΟΥ
14. GHOSTBUSTERS του Paul Feig
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 15 ΙΟΥΛΙΟΥ
15. ICE AGE COLLISION COURSE του Mike Thurmeier
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 22 ΙΟΥΛΙΟΥ
16. LIGHTS OUT του David Sandberg
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 22 ΙΟΥΛΙΟΥ
17. JASON BOURNE του Paul Greengrass
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 29 ΙΟΥΛΙΟΥ
18. PETE'S DRAGON του David Lowery
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 12 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ
19. KUBO AND THE TWO STRINGS του Travis Knight
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 19 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ
20. SUICIDE SQUAD του David Ayer
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 25 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ
21.MISS PEREGRINE'S HOME FOR CHILDREN του Tim Burton
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 30 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ
22. A MOSTER CALLS του J.A. Bayona
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 14 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ
23. INFERNO του Ron Howard
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 28 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ
24. ΤROLLS του Mike Mirchell
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 4 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
25. FANTASTIC BEASTS AND WHERE TO FIND THEM του David Υates
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 17 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
26. ROGUE ONE: A STAR WARS STORY του Gareth Edwards
Κάθομαι εδώ και αρκετή ώρα σκεπτόμενος από που θα έπρεπε να ξεκινήσω αυτό το άρθρο και αν θα έπρεπε να είναι αφιέρωμα στη μουσική του, στις ταινίες που έχει παίξει ή κάτι πιο προσωπικό. Αρκετά τσιγάρα μετά και σχεδόν μισό μπουκάλι campari βάζω στο πικάπ το soundtrack του Christiane F. χαμηλώνω τα φώτα και ξεκινάω.
Η πρώτη πλευρά τελειώνει σε λιγότερο από μισάωρο. Γυρνάω και βάζω την δεύτερη. Ξεκινάει το Station to Station. Ζωντανά ηχογραφημένο το 1978. Η έκδοση αυτή είναι και στο live άλμπουμ Stage. Γρήγορα φέρνω στο μυαλό μου την ταινία.
Αν και ο ίδιος ο Bowie εμφανίζεται στην ταινία υποδυόμενος τον εαυτό του σε live performance, δε συμμετέχει περαιτέρω μολονότι η μουσική του κοσμεί αποκλειστικά το soundtrack.
Γυρισμένο το 1981 από τον Uli Edel κινείται γύρω από την ζωή των ναρκομανών στο δυτικό Βερολίνο στα τέλη της δεκαετίας του '70. Η ταινία είναι βασισμένη στο αυτοβιογραφικό βιβλίο της Christiane Vera Felscherinow, όπου στην ηλικία των 13 είχε πέσει στην πορνεία ενώ ταυτόχρονα είχε γίνει χρήστης ηρωίνης.
H ταινία μέχρι και σήμερα παραμένει ίσως το πιο σκληρό και ρεαλιστικό πορτραίτο του κόσμου των ναρκωτικών και της εξαθλίωσης μέσω της χρήσης απο αυτά. Σοκαριστική για εκείνη την εποχή με την ρεαλιστική λεπτομέρεια για την χρήση της ηρωίνης, απο την ενδοφλέβια χορήγηση μέχρι τις παρενέργειες με τρόπο που δεν είχε αποτυπωθεί νωρίτερα στον κινηματογράφο αλλά ούτε αποτυπώθηκε ποτέ ξανά. Τα δε μέρη που γυρίστηκε, απο τα σκοτεινά σοκάκια και τους σταθμούς του μετρό μέχρι τα κλαμπ της εποχής δειγματίζουν το δυτικό Βερολίνο σκοτεινό και απόμακρο από τα συνήθη φώτα μιας μεγαλούπολης θολωμένο απο νυχτερινή ζωή γεμάτη πορνεία, ναρκομανείς, ρουφιάνους, νταβατζήδες, φτήνια, μιζέρια και εξαθλίωση, κατάσταση γνωστή για τους κατοίκους της αστικής δυτικής Γερμανίας τη δεκαετία του ΄70, περίοδο που έζησε και μετέφερε στη μουσική του ο David Bowie στους τρεις δίσκους που ηχογράφησε στο Βερολίνο μαζί με τον Brian Eno και στην παραγωγή τον Tony Visconti, τα low, Heroes και Lodger ενώ ταυτόχρονα προσπαθούσε να αποτοξινωθεί από τα ναρκωτικά στην μετά Station To Station εποχή. Παράλληλα με την ηχογράφηση των Low και Heroes έκανε την παραγωγή στους δυο πρώτους solo δίσκους του Iggy Pop, τα The idiot και Lust for life.
Μερικά χρόνια νωρίτερα, το 1976 έκανε το κινηματογραφικό του ντεμπούτο στο δράμα επιστημονικής φαντασίας του Νίκολας Ρόεγκ, The man who fell to earth. Ο Bowie υποδύεται τον Thomas Jerome Newton, έναν ανθρωπόμορφο εξωγήινο ο οποίος καταφθάνει στη γη από μακρινό πλανήτη με σκοπό να βρει νερό.
Αν και αρχικά ο Bowie προσεγγίστηκε για να γράψει το soundtrrack της ταινίας, γρήγορα πέρασε στον πρωταγωνιστικό ρόλο εγκαταλείποντας το soundtrack στα χέρια του John Phillips, των Mamas and the Pappas ο οποίος δούλεψε στη μουσική της ταινίας μαζί με τον Mick Taylor o οποίος είχε λίγους μόλις μήνες που είχε αποχωρήσει από τους Rolling Stones. Παρόλα αυτά επίσημο soundtrack της ταινίας δεν κυκλοφόρησε ποτέ.
H ερμηνεία του Bowie κομψή και μαγευτική, απολύτως καθηλωτική και μετρημένη, στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία. Θα μπορούσες να πεις, όσο ειρωνικό και να ακούγεται, ότι ο ρόλος του εξωγήινου που υποδύεται είναι λες και γράφτηκε αποκλειστικά για αυτόν και μιας και το έφερε η κουβέντα, ακόμα θυμάμαι τους στοίχους του Starman, "there's a starman waiting in the sky".
Το 1983 στο αντιπολεμικό δράμα του Νagisha Oshima, Merry Christmas Mr Lawrence, πρωταγωνίστησε στον ρόλο του ταγματάρχη Jack Celliers.
Η ταινία διαδραματίζεται το 1942 κατά την διάρκεια του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, σε ένα ιαπωνικό στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Ιάβα, όπου ο John Lawrence (Τom Conti) γίνεται μάρτυρας μιας σύγκρουσης διαφορετικών αξιών και κουλτούρας, ανάμεσα στον συγκρατούμενο του τον Jack Selliers και τον διοικητή της φυλακής, Yonoi (Ryuichi Sakamoto).
Η αναπόφευκτη σύγκρουση ανάμεσα στους Βρετανούς και Ιάπωνες στρατιώτες παραδειγματίζεται σχεδόν από την αρχή της ταινίας όταν οι δεύτεροι βρίσκουν ένδειξη δειλίας την παράδοση των πρώτων. O θάνατος για τους Ιάπωνες είναι η μόνη επιλογή. Aπό την άλλη οι Βρετανοί βλέπουν το χαρακίρι σαν κάτι εντελώς απάνθρωπο και βάρβαρο και θεωρούν την παράδοση τους ως τον μόνο τρόπο να μείνουν ζωντανοί και να γλιτώσουν τον θάνατο.
Το Merry Christmas mr Lawrence παραμένει έως σήμερα ένα σπουδαίο αντιπολεμικό έργο όπου εξετάζει την αξία της ανθρωπινής ζωής και αξιοπρέπειας ανάμεσα σε δύο λαούς. Εξαιρετικοί στους βασικούς ρόλους και ο Bowie και ο Sakamoto ενώ ο Oshima υπογράφει μάλλον την σημαντικότερη ταινία στη καριέρα του. To δε εκπληκτικό soundtrack είναι του Sakamoto.
Παρόλα αυτά όμως, η πιο γνωστή ίσως ταινία του Bowie είναι μάλλον το Labyrinth. Tαινία φαντασίας ορόσημο για αυτούς που γεννήθηκαν στα τέλη του '70 και στις αρχές του ΄80 και μεγάλωσαν με αυτην και άλλες παρόμοιες του είδους όπως πχ τα Dark Crystal και Neverending Story.
Η ταινία κεντρίζει γύρω από την μάχη του καλού με το κακό παρακολουθώντας την έφηβη Sarah (Jennifer Connelly) της οποίας ο μικρός ετεροθαλής αδερφός της απαγάγεται από ξωτικά και φυλακίζεται στο κέντρο του λαβύρινθου από τον βασιλιά των ξωτικών Jareth (David Bowie), από τον οποίο της δίνεται περιθώριο δεκατριών ωρών για να τον βρει, εναλλακτικά θα τον μεταμορφώσει σε ξωτικό. Γυρισμένο το 1986 απ;o τον δημιουργό του Muppet show και του Sesame street, Jim Henson, είναι μια ταινία σαφώς εμπνευσμένη από την παράδοξη τέχνη του Μ.C. Esher, μια εκπληκτική παραγωγή και ένα ενδιαφέρον soundtrack από τον David Bowie σε συνεργασία μαζί με τον Trevor Jones. Εκθαμβωτικός για ακόμα μια φορά ο Bowie σε έναν ακόμα εκκεντρικό ρόλο, εκπληκτική όμως και η ερμηνεία της 16χρονης τότε Jennifer Connelly.
To 1983 ο Τonny Scott σκηνοθετεί το ερωτικό θρίλερ The Hunger.
H Miriam (Catherine Denueve) ένα βαμπίρ με ηλικία χιλιάδων ετών, ζει στο Manhatan της δεκαετίας του '80, σε ένα αρχοντικό μαυσωλείο μαζί με τον John Blaylock (David Bowie) όπου οι δυο τους, νέοι και όμορφοι είναι σε αναζήτηση νέου αίματος. H ταινία αρτιστικά σκηνοθετημένη από τον Tonny Scott και σχεδόν υπνωτιστική σε ταξιδεύει μέσα στη βαθιά ερωτική της πλοκή σε μια ταινία τρόμου χωρίς τρόμο που όμως σε παρασύρει στα πανέμορφα σκηνικά στο εσωτερικό του μαυσωλείου σε μια εξαιρετική φωτογραφία και ένα απόκοσμο soundtrack γραμμένο από τον Ηoward Blake. Γεμάτη από ανθολογικές σκηνές όπως αυτή της Catherine Denueve με την Susan Sarandon να επιδίδονται σε μια σκηνή λεσβιακού σεξ, μέχρι αυτήν όπου ο Bowie γερνάει μέσα σε λίγα λεπτά στον προθάλαμο μιας κλινικής, Αξέχαστη και η αρχική σεκάνς της ταινίας όπου η Denueve και ο Bowie μπαίνουν σε νυχτερινό club στη Νέα Υόρκη, όπου οι Bauhaus ερμηνεύουν ζωντανά το Bela Lugosi's dead.
Δύο ακόμα ρόλοι άξιοι αναφοράς είναι, ένας αυτός του Phillip Jeffries στη σειρά του david Lynch, Twin Peaks το 1991 και φυσικά αυτός του Nikola Tesla στο Prestige το 2006.
H συμμετοχή του βέβαια στις ταινίες δε σταματάει μόνο σε αυτές. Έχει εμφανιστεί σε πολλές ακόμα όπως και έχει υπογράψει πολλά soundtrack ενώ τα τραγούδια του έχουνε δώσει ρυθμό σε αμέτρητες ταινίες από το Showgirls και το The Saint μέχρι το Lost Highway και το Dogville.
Αξέχαστη και πιο αγαπημένη παραμένει η σκηνή όπου η Μelanie Laurent βάφεται λίγο πριν βάλει φωτιά τον κινηματογράφο στο Inglourious Basterds του Quentin Tarantino.
Ίσως για το τέλος μια ταινία που πρέπει να αναφέρω είναι το Velvet Goldmine.
Γυρισμένο το 1998 από τον Todd Haynes, παρουσιάζει την φανταστική ιστορία του Arthur Stuart (Christian Bale) ο οποίος κάνει μία έρευνα για τον Brian Slade (Jonathan Rhys Meyers) έναν glam rock performer της δεκαετίας του '70 και τον μύθο γύρω από την δολοφονία του. Η ταινία σκιαγραφεί την glam σκηνή της δεκαετίας του '70 και δημιουργεί την ψευδαίσθηση μιας βιογραφίας κυρίως γύρω από την σχέση του David Bowie με τον Iggy Pop έχοντας αναφορές στους Lou Reed, Marc Bolan, Brian Eno και Brian Ferry. O David Bowie ενοχλήθηκε από το φιλμ και τις ομοιότητες του "Brian Slade" με την προσωπική του ζωή γιαυτό και μολονότι ο τίτλος της ταινίας είναι από τραγούδι του, αρνήθηκε τη συμμετοχή δικής του μουσικής στη ταινία.
"Εξαιρετικά πρόστυχο" και "σουρεαλιστική ροκ έκδοση του Citizen Kane" είναι κάποιες από τις κριτικές της ταινίας που ακούστηκαν που δίχασε την εποχή που βγήκε. Όπως και να χει η ταινία σφύζει από όμορφα χρώματα, καταχρήσεις, σεξ και ένα εκπληκτικό soundtrack από τη glam σκηνή της δεκαετίας του '70 γεμάτο με την μουσική των Iggy Pop, Roxy music, Brian Eno, T-Rex, Cockney Rebel κ.α.
Κάπου εδώ έφτασα στο τέλος.... το campari τελείωσε... το ίδιο και τα τσιγάρα... έξω νύχτωσε και μάζεψε σύννεφα. Μάλλον θα βρέξει. Καλύτερα να φορέσω το μπουφάν και να πάω να αγοράσω ένα πακέτο camel. Η νύχτα είναι μεγάλη. Όπως λένε και οι στοίχοι στο rock n roll suicide "time takes a cigarette puts in your mouth" ... Καλό ταξίδι λοιπόν κύριε Bowie. Σε σας και στις αράχνες απ τον Άρη.
Για τον Κουέντιν Ταραντίνο και τις ταινίες του ίσως να μη χρειάζεται να πούμε και πάρα πολλά. Πρόκειται αδιαμφισβήτητα για έναν από τους σημαντικότερους δημιουργούς της γενιάς του και δε θα ήταν υπερβολή να πούμε πως ανήκει και στο μικρό γκρουπ των μεγαλύτερων δημιουργών όλων των εποχών, ακόμα και αν η ακαδημία επιμένει να προσπαθεί να μας πείσει για το αντίθετο. Παθιασμένος με τους αντι-ήρωες, μας παρουσιάζει σε κάθε του ταινία τα βρωμερότερα καθάρματα και με έναν μαγικό τρόπο μας κάνει να ταυτιστούμε μαζί τους, να τους αγαπήσουμε και εν τέλει να εξερευνήσουμε την δική μας σκοτεινή πλευρά.. αυτό άλλωστε δεν κάνει η τέχνη;
Ο Ταραντίνο απολαμβάνει ένα προνόμιο το οποίο πάρα πολύ λίγοι σκηνοθέτες έχουν απολαύσει μέχρι στιγμής. Το να έχει δηλαδή πλήρη ελευθερία στο τι θα γράψει, με ποιους θα συνεργαστεί και τι είδος ταινίας θα κάνει. Όταν λοιπόν αποφάσισε να κάνει δεύτερο γουέστερν στη σειρά, δε βρέθηκε κανείς να του πει πως δεν είναι δα και ο Σέρτζιο Λεόνε. Και μιας και αναφέραμε τον Λεόνε ας γυρίσουμε κάποια χρόνια πίσω να δούμε τι ίσχυε στα «Σπαγγέτι Γουέστερν»
Ζέστη, σκόνη, λειψυδρία και χρηματικές αμοιβές για τους επικηρυγμένους που έφταναν σιδηροδέσμιοι (στην καλύτερη) ή νεκροί στο γραφείο του σερίφη αλλά κυρίως ζέστη…
Οι περισσότεροι από 40 βαθμούς κελσίου ανάγκαζαν τους σκηνοθέτες να ρίχνουν τον ρυθμό των ταινιών τους στο σημειωτόν για χάρη του ρεαλισμού, γιατί «τίποτα δεν κινείται γρήγορα στο Ελ Πάσο»
Το αποτέλεσμα το έχουμε παρακολουθήσει όλοι. Ανθολογικές σκηνές, επικές ταινίες, αλλά αφόρητα αργές (για τα σημερινά δεδομένα τουλάχιστον) στις όποιες η λύτρωση έρχεται μετά από 3 ώρες όταν ο Τουκο τρέχει ανάμεσα στους τάφους με χαρά μικρού παιδιού ενώ από πίσω παίζει επιβλητικό το «ecstasy of gold» του Ένιο Μορικόνε.
Οι νεότεροι δημιουργοί φυσικά έχουν καταλάβει το πρόβλημα αυτό κι έτσι τα σύγχρονα γουέστερν έχουν μεταφερθεί βορειότερα του Τέξας. Ο Ταραντίνο σαν κάθε ιδιοφυία που σέβεται τον εαυτό της το πάει ένα βήμα παραπέρα και αποφασίζει να στήσει το σκηνικό του σε ένα πανδοχείο στα βουνά του Γουαϊόμινγκ εν μέσω χιονοθύελλας.
Λίγα χρόνια μετά τον αμερικανικό εμφύλιο, ένας κυνηγός επικηρυγμένων, μια φυλακισμένη, ένας λοχαγός των βορείων, ένας γελαδάρης, ένας άγγλος, ένας στρατηγός των νοτίων, ένας μεξικάνος και φυσικά ο σερίφης, συναντιούνται σε ένα σκηνικό θανάτου, αποκλεισμένοι για τουλάχιστον μια νύχτα στο πανδοχείο της Μίνι. Πόσοι και ποιοι θα ζήσουν δεν ξέρουμε. Αυτό που ξέρουμε είναι ότι θα δούμε ότι δεν είδαμε στο Django. Γιατί άλλωστε να κάνει δεύτερο γουέστερν κατευθείαν αν μπόρεσε να μας πει οσα ήθελε στο πρώτο;
Ο Ταραντίνο κινηματογραφεί αργά και σταθερά, σε ένα αμιγώς θεατρικό σκηνικό. Τόσο θεατρικό που σε κάθε βήμα ακούς το σανίδι, και χωρίς να ρίχνει τον ρυθμό ούτε δευτερόλεπτο, αναθέτει ευφυέστατα στο σενάριο και τους διαλόγους να οδηγούν την ταινία, με όλα τα Ταρανρινικά στερεότυπα να παρελαύνουν ένα ένα από την οθόνη.
Η συζήτηση στο τραπέζι που δεν έχει λείψει ποτέ, οι ατάκες που πλέον αναγνωρίζονται από χιλιόμετρα και τα στοιχεία κωμωδίας που (πετυχημένα) επιμένει να βάζει πάντα, είναι εκεί για να σου θυμίζουν για ποιο λόγο περίμενες τόσο καιρό να μπεις σε αυτή την αίθουσα.
Το πολιτικό στοιχείο δε λείπει ούτε από το hateful 8, και τώρα μάλιστα είναι βουτηγμένο στο αίμα. Την χρονιά που η ¨Λευκή¨ Αμερική εξαπέλυσε μια μικρή γενοκτονία απέναντι στην μαύρη κοινότητα, o κυνηγός επικηρυγμένων Μάρκους Γουόρεν μας λέει ότι ¨ Όταν ενας μαύρος αντικρίζει την Αμερική, είναι ασφαλής μόνο όταν οι λευκοί είναι αφοπλισμένοι¨ κάνοντας ουσιαστικά κριτική στα 2 μέτρα και 2 σταθμά πάνω στα οποία έχει οικοδομηθεί το αμερικάνικο όνειρο. Είπαμε, η υπόθεση εκτυλίσσεται λίγα χρόνια μετά τον αμερικανικό εμφύλιο, τον καιρό που υποτίθεται πως νίκησαν οι Γιάνκηδες και οι μαύροι σκλάβοι έχασαν τις αλυσίδες τους, αλλά ζουν ακόμα και σήμερα σε γκέτο με τον φόβο να δολοφονηθούν στην γειτονιά τους από κάποιο λευκό μπάτσο.
Η αλληγορία είναι απλή και στήθηκε πανέξυπνα από τον Ταραντίνο σε μια αριστουργηματική ταινία με ένα καστ και ερμηνείες που σε πείθουν από το πρώτο δευτερόλεπτο μέχρι το τελευταίο. Το hateful 8 μας έρχεται από κινηματογράφο μιας άλλης εποχής. Της εποχής που δεν υπήρχαν green screens, τεχνητές εκρήξεις και ειδικά εφε για να κεντρίσουν το ενδιαφέρον του θεατή. Τότε ο κινηματογράφος ήταν κυρίως το σενάριο οι διάλογοι και οι ερμηνείες των ηθοποιών. Με απόλυτο σεβασμό στα γουέστερν λοιπόν, ο Ταραντίνο αναθέτει στον Μορικόνε το original score της ταινίας, βάζει στην μηχανή το 70άρι και ξεκινάει το γύρισμα.
Αδιαμφισβήτητα τα θρίλερ και οι υποκατηγορίες τους, στις μέρες των υπερηρώων και των ταινιών επιστημονικής φαντασίας που διανύουμε, είναι μια από τις υποτιμημένες κατηγορίες. Αν και έχουνε τεράστια γκάμα οπαδών παραμένουν μια κλειστή κατηγορία ταινιών, που όμως έχει φανατικό κοινό. Οι φορές που έχουν τιμηθεί με κάποιο Όσκαρ ή Χρυσή Σφαίρα είναι ελάχιστες παρόλα αυτά υπάρχουν διάφορα φεστιβάλ ανά το κόσμο που τα τιμούν.
Στις αρχές της δεκαετίας του ΄60 το Psycho (Ψυχώ 1960) του Χίτσκοκ άλλαξε για πάντα την πορεία των ψυχολογικών θρίλερ μιας και τα αστυνομικά νουάρ και οι ταινίες τρόμου με τέρατα που κάνανε θραύση τις προηγούμενες δεκαετίες είχανε αρχίσει να κουράζουν και το κοινό διψούσε για κάτι νέο γύρω από αυτό το είδος. Ταινίες όπως το Peeping Tom (ο Ηδονοβλεψίας 1960) του Μάικλ Πάουελ, το Black Sabbath (Μαύρο Σάββατο 1963) του Mario Bava και το Night of the living dead (H Nύχτα των ζωντανών νεκρών 1968) του Τζωρτζ Ρομέρο είναι από τις ταινίες που τροφοδότησαν με νέες ιδέες και τεχνικές στις ταινίες τρόμου.
Η σπουδαιότερη όμως επιρροή για τα θρίλερ που θα ακολουθούσανε την δεκαετία του '70, ήτανε φυσικά το Rosemary's baby του Ρόμαν Πολάνσκι. Το Μωρό της Ρόζμαρι λοιπόν, ήτανε η ταινία σταθμός που πυροδότησε το κίνημα των ταινιών τρόμου με θρησκευτικό περιεχόμενο τα επόμενα χρονιά που θα ακολουθούσανε με σημαντικότερες αναφορές τα Ο Εξορκιστής, Η Προφητεία, Tη νύχτα που γεννήθηκε ο τρόμος κ.α. Ταυτόχρονα δειλά δειλά έκαναν την εμφάνιση τους τα πρώτα slasher όπως Ο Σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι και Η Νύχτα με τις μάσκες.
Αναφορές φυσικά σε slasher μπορούμε να βρούμε και σε παλιότερα ταινίες από το Η γάτα και το καναρίνι του 1927 μέχρι το Ψυχώ που προαναφέραμε. Επίσης η αναπάντεχη επιτυχία του Ψυχώ τράβηξε τότε το ενδιαφέρον της Αγγλικής Hammer Films η οποία με την σειρά δημιούργησε σπουδαίες προ-slasher στυλ ταινίες την δεκαετία του '60 όπως τα Hysteria, Cresendo, The House that screamed, Fanatic και πολλά ακόμη άξια αναφοράς.
Παράλληλα με τα slasher, στην Ιταλία ο Mario Bava πειραματιζόταν στα giallo. Aν και η ρίζα τους είναι πολύ πίσω, κάπου στη δεκαετία του '20, η πρώτη αυθεντική giallo ταινία θεωρείτε το The girl who knew too much του 1963 του Βava, ενώ αυτή που καθιέρωσε το είδος είναι μάλλον το Blood and black lace (Αίμα και μαύρη δαντέλα) του ιδίου γυρισμένη εν έτη 1964. Ο Dario Argento επίσης ξεκίνησε λίγα χρόνια αργότερα να σκηνοθετεί giallo σημειώνοντας μια από τις σημαντικότερες ταινιογραφίες στο είδος.
Όπως και να 'χει Ο Εξορκιστής, Ο σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι, το Κάρι, Η Προφητεία... δε θα αναφερθούμε σε αυτές τις ταινίες σε αυτό το άρθρο. Αντ'αυτού έχω ετοιμάσει μια λίστα ξεχασμένων ταινιών απο την δεκαετία που ο τρόμος άλλαξε πρόσωπο και φρεσκάρισε το είδος. Την δεκαετία του 1970.
1. ALICE SWEET ALICE (1976) του AΛΦΡΕΝΤ ΣΟΛ
Η ταινία διαδραματίζεται στις αρχές της δεκαετίας του '60 όπου παρακολουθούμε τις προετοιμασίες της 9χρονης Κάρεν για την πρώτη της κοινωνία. Η Κάρεν ζει σε ένα μικρο διαμέρισμα με την μητέρα της και την μεγαλύτερη αδερφή της, την Άλις. Η Κάρεν, πρότυπο παιδί για την μέση καθολική αμερικανική οικογένεια της εποχής, είναι η αγαπημένη από τις δυο κόρες σε αντίθεση με την Άλις που είναι αντιδραστική και δημιουργεί συνέχεια προβλήματα. Συχνά λογομαχεί με την μητέρα της και φαίνεται να φέρεται άσχημα στην μικρότερη της αδερφή έως ότου η δεύτερη βρίσκεται δολοφονημένη μέσα στη εκκλησία την ημέρα της κοινωνίας με την Άλις να κατηγορείτε για τον φόνο.
Αν και βλέπουμε την Κάρεν, την οποία υποδύεται η Μπρουκ Σιλντς στο παρθενικό της ντεμπούτο να είναι απλά ένα γλυκό κοριτσάκι και τίποτα παραπάνω, δε μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα για πιο λόγο είναι η αγαπημένη όλων μέσα στη ταινία. Η μητέρα της, η θεία της, ακόμα και ο ιερέας που θα την κοινωνήσει, δείχνουν μια μάλλον παράλογη συμπάθεια για αυτην και αυτο θα το καταλάβεις αμέσως σχεδόν απο το πρώτο πεντάλεπτο ότι επρόκειτο για μια κακομαθημένη, σε αντίθεση με την Άλις που ειναι ψυχοτικιά. Δεν είναι καθόλου σαφές για πιο λόγο η Άλις αντιμετωπίζεται με τόση αδιαφορία και σκληρότητα μέσα στην οικογένεια ενώ η Κάρεν έχει τα πάντα. Και γιατί παρακαλω; μόνο και μόνο επειδή είναι η μικρότερη; αν ναι τότε απλά είμαι με το μέρος της Άλις.
Γρήγορα θα αναρωτηθείς αν η Άλις κάνει αυτά που κάνει επειδή είναι ένα κωλοπαίδι που θέλει να τραβήξει την προσοχή ή κάτι πολύ χειρότερο.
Aπο τον θάνατο της Κάρεν και μετά η πλοκή θα γίνεται όλο και πιο παράξενη και αν όλα αυτά συμβαίνουν στην πραγματικότητα και οι ενήλικοι όλοι είναι τόσο κακοί και βλοσυροί απέναντι σε ένα παιδί ή απλά η ΄Αλις είναι ένα μια διαταραγμένη διπλή προσωπικότητα και εμείς βλέπουμε την μετάβαση της απο Κάρεν σε Άλις πριν και μετά την κοινωνία είναι κάτι που θα σε βασανίζει σχεδόν από την αρχή μέχρι το τέλος.
Όπως και να ΄χει είναι μια ταινία που σίγουρα αν περιμένεις να δεις τρόμο καλύτερα βάλε κάτι άλλο. Αν όμως γοητεύεσαι από την μυστηριώδη και υπνωτιστική πλοκή τότε θα βρεις εδώ ένα μικρό διαμάντι. Σημαντικό επίσης να αναφέρω ότι η 19χρονη τότε Πόλα Σέπαρντ στο ρόλο της 12χρονης Άλις δίνει μια εκπληκτική ερμηνεία και ουσιαστικά παίρνει όλη την ταινία στην πλάτη της.
2. PHANTASM (1978) του NTON ΚΟΣΚΑΡΕΛΙ
Σε μια μικρή πόλη στα προάστια του Αμερικάνικου Νότου της δεκαετίας του '70, έπειτα απο τον θάνατο των γονιών του, ο 24χρονος μουσικός Τζόντι Πίρσον μεγαλώνει το 13χρονο αδερφό του Μάικ, υπό την σκιά ύποπτων θανάτων στη γύρω περιοχή. Μάζι με τον Ρέτζι, ένα οικoγενειακό φίλο υποπτεύονται ότι πίσω απο τους θανάτους βρίσκεται ο τοπικός εργολάβος κηδειών, ο "ψηλός άντρας" (Τall Man). Γρήγορα θα οδηγηθούνε στα άδυτα του παραλόγου σε μια υπόθεση σκοτεινή και φριχτή όσο και το όνομα της ταινίας.
Ο φόβος για το άγνωστο και η όρεξη για περιπέτεια γίνονται ένα και το αυτό και η ντοκιμαντερίστικη σκηνοθεσία του Don Coscarelli σε συνδιασμό με την ιταλίκη giallo μουσική επένδυση του John Kenneth Muir δημιουργούν ανάμικτα συναισθήματα για την λεπτή σχέση μεταξύ θανάτου και θλίψης, ονείρου και πραγματικότητας, ρεαλισμού και σουεραλισμού. Ο δε ερασιτεχνισμός των ηθοποιών προσδίδει μια αναπάντεχα ρεαλιστική χροιά στην ταινία. Ο Coscarelli υπογράφει την συμαντικότερη στιγμή στη καριέρα του με αποτέλεσμα να αυτοπαγιδευτεί και μελλοντικά το μόνο που καταφέρνει είναι να αντιγράφει τον εαυτό του. Ο Michael Baldwin, ο τότε 13χρονος πρωταγωνιστής εγκαταλείπει λίγο αργότερα μια και καλή τον κινηματογράφο για να ασχοληθεί με τον μυστικισμό.
3. DON'T LOOK NOW (1973) του ΝΙΚΟΛΑΣ ΡΟΕΓΚ
O Tζον Μπάξτερ (Ντοναλντ Σάδερλαντ) μαζί με την γυναίκα του Λώρα (Τζουλι Κρίστι), λίγο καιρό μετά το τραγικό ατύχημα της μικρής τους κόρης Κριστίν, η οποία πνίγηκε σε λίμνη, βρίσκονται στη Βενετία μιας και ο πρώτος έχει αναλάβει την αναστύλωση μιας παλιάς εκκλησίας απο τον τοπικό επίσκοπο. Σε μια έξοδο τους σε ένα τοπικό εστιατόριο συναντάνε δυο ηλικιωμένες αδερφές την Χέδερ και την Γουέντυ. Η Χέδερ ισχυρίζεται ότι είναι μέντιουμ και μολονότι είναι τυφλή τους λέει οτι μπορεί να δει την νεκρή τους κόρη. Η Λώρα συγκλονίζεται και σοκάρεται και ο Τζον αναγκάζεται να την πάει στο νοσοκομείο όπου λίγο αργότερα ηρεμεί και επιστρέφουν στο ξενοδοχείο όπου ο Τζον προβλιματίζεται απο την ξαφνική θετική αλλαγή της Λώρα και καταλήγουν σε μια αχαλίνωτη σκηνή πάθους και σεξ. Λίγες στιγμές μετά στην απογευματινή τους έξοδο , τους βλέπουμε να περιφέρονται στα στενά σοκάκια της Βενετίας όπου χάνουν ο ένας τον άλλον. Στην προσπάθεια του ο Τζον να βρει την Λώρα μέσα στα στενά δρομάκια της παλιάς πόλης την προσοχή του τραβάει κάτι που φαίνεται να είναι ένα μικρό παιδί που τρέχει και χάνεται στο σκοτάδι φορώντας μια κόκκινη κάπα όμοια με αυτήν που φορούσε η Κριστίν όταν πνίγηκε.
Η ταινία γίνεται όλο και πιο παράξενη όταν το επόμενο πρωί οι δυο αδερφές επισκέπτονται το ζευγάρι λέγοντας του ότι η Χέδερ είχε ένα όραμα στο οποίο η νεκρή Λώρα εμφανίστηκε και της είπε ότι πρέπει να φύγουν αμέσως απο την Βενετία διότι ο Τζον διατρέχει μεγάλο κίνδυνο. Το ίδιο βράδυ στο δωμάτιο του ξενοδοχείου χτυπάει το τηλέφωνο και τους ενημερώνουν ότι ο μεγάλος τους γιος, ο οποίος είναι σε κολέγιο πίσω στην Αγγλία είχε ατύχημα και η Λώρα αναγκάζεται να γυρίζει πίσω στην Βρετανία. Το επόμενο πρωί και ενώ η Λώρα θα έπρεπε να είναι στην Αγγλία ο Τζον την βλέπει απο απόσταση σε μια γόνδολα μαζί με τις δυο ηλικιωμένες αδελφές να χάνεται στο κανάλι και αρχίζει σιγά σιγά να χάνει τα λογικά του και να αναρωτιέται αν αυτά συμβαίνουν στο μυαλό του η στην πραγματικότητα ενώ ταυτόχρονα φοβάται για την ζωή της Λώρα μιας και μαθαίνει ότι κυκλοφορεί ελεύθερος στους δρόμους της πόλης ένας κατά συρροή δολοφόνος.
Το Don't Look Now είναι ένα γοτθικό θρίλερ σχεδόν υπνωτιστικό που όσο προχωράει τείνει να γίνεται ενοχλητικό και να σου δένει έναν κόμπο στο στομάχι. Η παράνοια μέσα από την απώλεια είναι εμφανής από την αρχή της ταινίας και δε σου αφήνει ξεκάθαρα να δεις αν το ίδιο το μεταφυσικό είναι αυτό που κυριαρχεί στην ταινία ή είναι απλά η ψύχωση για το μεταφυσικό που κατέχει τους χαρακτήρες ή επρόκειτο για μια αύτο-εκπληρωμένη προφητεία.
Το νερό και το κόκκινο χρώμα κυριαρχούν σε όλη την ταινία και δίνουν τον έναν συμβολισμό μετά τον άλλον από τα πρώτα λεπτά της ταινίας, ξεκινώντας από την σκηνή της πνιγμένης κόρης με την κόκκινη κάπα μέχρι το τρόπο που κοιτάει το κόκκινο κρασί ο Ντοναλντ Σάδερλαντ με φόντο τα νερά στο κανάλι της Βενετίας. Η σκηνοθεσία του Νίκολας Ρόεγκ αποφεύγει να παρουσιάσει την Βενετία σαν τουριστική ατραξιόν αντ'αυτού την βλέπεις όπως δεν την έχεις ξαναδεί και την νιώθεις σα να υποδύεται και η ίδια τον δικό της σημαντικό ρόλο στη ταινία πλυμμυρισμένη απο το γκρίζο, μαύρο και μπλε καταθλιπτικό χρώμα σαν ατέλειωτος χειμώνας.
Ένα πραγματικό κομψοτέχνημα που αξίζει να δεις.
4. LET'S SCARE JESSICA TO DEATH (1971) του ΤΖΟΝ ΧΑΝΚΟΚ
Μετά την εξάμηνη διαμονή της σε ψυχιατρικό ίδρυμα η Τζέσικα (Ζόρα Λάμπερτ), ο άντρας της Ντάνκαν (Μπάρτον Χέιμαν) και ο φίλος τους Γούντι (Κέβιν Ο Κόνορ) μισθώνουν ένα σπίτι γνωστό στους ντόπιους ως το παλιό σπίτι του επισκόπου, στο Μπρούκφιλντ Άιλαντ του Κονέκτικατ, μιας και ο Ντάνκαν βρήκε δουλειά ως κοντραμαπασίστας στην φιλαρμονική της Νέας Υόρκης. Προς έκπληξη τους στο σπίτι μέσα βρίσκουν την Έμιλυ, μια μυστηριώδη νεαρή κοπέλα η οποία έμενε εκεί στα κρυφά η οποία παρότι προσφέρθηκε από μόνη της να φύγει, η Τζέσικα της ζήτησε να περάσει μαζί τους το βράδυ.
Το επόμενο πρωί η Τζέσικα βλέποντας πόσο γοητευμένος είναι ο Γούντι από την Έμιλυ ζητάει από τον Ντάνκαν να πείσει την Έμιλυ να μείνει. Επίσης παρατηρεί οτι ο Ντάνκαν αρχίζει να δείχνει ενδιαφέρον για την Έμιλυ.
Καθώς η ταινία προχωράει η Τζέσικα αρχίζει να γίνεται ψυχοτικιά. Ακούει φωνές και βλέπει ένα ξανθό κορίτσι το οποίο μετά από λίγο εξαφανίζεται.
Σε μια επίσκεψη στο τοπικό παλαιοπωλείο για να πουλήσουν παλιές αντίκες η Τζέσικα αντιλαμβάνεται ότι οι κάτοικοι είναι εχθρικοί μαζί της. Καθώς οι στιγμές περνάνε γίνεται όλο και πιο παρανοϊκή, αρχίζει να ζηλεύει την Έμιλυ και να βλέπει όλο και περισσότερες φορές το ξανθό κορίτσι ενώ ταυτόχρονα ο Ντάνκαν προσπαθεί να την ηρεμήσει λέγοντας της πως όλα αυτά είναι μέσα στο μυαλό της.
Βασισμένο πιθανόν στη Καρμίλα του Σέρινταν Λε Φανού, μια γοτθική νουβέλα του 1872, το Let's scare Jessica to death παραμένει μέχρι και σήμερα μια από τις πιο αυθεντικές ταινίες τρόμου. Ο τρόμος που το πλαισιώνει και ο στοιχειωμένος λυρισμός βυθίζουν όλο και πιο βαθιά στο σουρεαλισμό το ανυποψίαστο κοινό. Η ερμηνεία της Ζόρα Λάμπερτ είναι απο τα πιο ρεαλιστικά πορτραίτα ψυχικά διαταραγμένου ανθρώπου που έχουμε δει σε ταινίες τρόμου. Είναι πραγματικότητα; Είναι όλα μέσα στο άρρωστο μυαλό της; Ένα παιχνίδι λέξεων που διατηρεί αυτά τα δυο ερωτήματα ακέραια μέχρι την τελευταία σκηνή και κάνουν φρικιαστικό μα και συνάμα όμορφο, αυτό το υπέροχο θρίλερ,
5. THE LITTLE GIRL WHO LIVES DOWN THE LANE (1976) του ΝΙΚΟΛΑΣ ΓΚΕΣΝΕΡ
Βασισμένο στη νουβέλα του Λερντ Κόνινγκ με το ίδιο όνομα το The little girl who lives down the lane ξεκινάει παρακολουθώντας της Ριν Τζέικομπς (Τζόντι Φόστερ) η οποία γιορτάζει τα 13α γενέθλια της μόνη της στο σπίτι του πατέρα της Λέστερ, με τον οποίο μετακόμισαν πρόσφατα από την Αγγλία. Γρήγορα χτυπάει το κουδούνι ο Φρανκ (Μάρτιν Σιν) ο οποίος είναι ο γιος της σπιτονοικοκοιράς. Δεν αργούν να περάσουν λίγες στιγμές και κάνει την εμφάνιση της και η μητέρα του Φρανκ, Κόρα (Αλέξις Σμιθ). Σύντομα αρχίζει να κάνει ερωτήσεις στη Ριν σχετικά με το που είναι ο πατέρας της. Η Ριν επιμένει ότι ο πατέρας της είναι στη Νέα Υόρκη για δουλειές. Η κατάσταση αρχίζει να γίνεται όλο και πιο έντονη όταν η Κόρα ζητάει από την Ριν να της επιτρέψει να κατέβει στο κελάρι για να πάρει τα βαζάκια της. Η Ριν αρνείται και τότε η Κόρα την απειλή με έξωση και φεύγει.
Αργότερα ξαναεπιστρέφει στο σπίτι και αφού η Ριν της δίνει τα βάζα εκείνη την χαστουκίζει και παρά τις προειδοποιήσεις της Ριν να μη κατέβει στο κελάρι αυτή το κάνει. Ξάφνου αντικρίζει κάτι και αφού ξεφωνίζει μια εκκωφαντική κραυγή πέφτει μέσα στο κελάρι. Όταν Η Ριν ανοίγει την πόρτα δεν υπάρχει καμία ανταπόκριση από την Κόρα. Η ταινία γίνεται όλο και πιο μυστηριώδης καθώς η Ριν προσπαθεί να αποκρύψει την επίσκεψη της Κόρα στο σπίτι.
Καθ όλη την διάρκεια της ταινίας καλείσαι να καταλάβεις αν η Ριν είναι μόνη της ή όχι στο σπίτι. Αν θέλει κάτι να καλύψει ή όχι. Αν υπάρχει πατέρας ή όχι. Το αν είναι θρίλερ η δράμα είναι μια καλή ερώτηση που θα σε προβληματίσει μέχρι το τέλος. Η γοτθική ατμόσφαιρα και η θεατρική σκηνοθεσία του Νίκολας Γκέσνερ κρατάει την αγωνία και το μυστήριο μέχρι το τέλος αναλλοίωτο και εσύ καθηλωμένος ανατριχιάζεις από την παράξενη πλοκή σε μια μη ταινία τρόμου. Εκπληκτική η τότε 14χρονη Τζόντι Φόστερ η οποία κέρδισε το βραβείο καλύτερης ηθοποιού για την ερμηνεία της στην ταινία, ενώ η ίδια η ταινία απέσπασε το βραβείο καλύτερης ταινίας τρόμου, και τα δυο βραβεία στα Suturn Awards.
6. THE WICKER MAN (1973) του ΡΟΜΠΙΝ ΧΑΡΝΤΙ
H ταινία ξεκινάει με τον αστυνόμο Νηλ Χάουι να φτάνει σε ένα απομονωμένο νησί της Σκωτίας για διαλευκάνει την εξαφάνιση ενός κοριτσιού, της Ρόαν Μόρισον. Ο Χάουι ο οποίος είναι πιστός χριστιανός σοκάρεται όταν ανακαλύπτει ότι οι ντόπιοι αποδίδουν φόρο τιμής στους παγανιστικούς θεούς των προγόνων τους. Οι κάτοικοι του νησιού, ανάμεσα τους και η μητέρα του κοριτσιού προσπαθούν να τον αποτρέψουν από την έρευνα ισχυριζόμενοι ότι η Ρόαν δεν υπήρξε ποτέ.
Βασισμένη στο βιβλίο του Ντέιβιντ Πίνερ, Ritual, και γυρισμένη το 1973, η γοτθική αυτή ταινία μυστηρίου του Ρόμπιν Χάρντι είναι ίσως η σπουδαιότερη ταινία τρόμου της δεκαετίας του '70, της Μεγάλης Βρετανίας. Στον πρωταγωνιστικό ρόλο έχουμε τον Έντουαρντ Γούντμαρκ ενώ σε δεύτερο ρόλο έκπληξη βλέπουμε τον Κρίστοφερ Λι ο οποίος μάλλον ήθελε να πετάξει από πάνω του εκείνη την εποχή τον ρόλο του Δράκουλα και γενικά παρόμοιους ρόλους που τον κυνηγούσαν πάνω από μια δεκαετία, ψάχνοντας κάτι πιο ιδιαίτερο.
Η ταινία θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι μια σφαλιάρα στην πίστη. Αρχικά φαίνεται ότι χλευάζει το χριστιανισμό και τα ήθη του γρήγορα όμως καταρρίπτει σε γενικό βαθμό το θρησκευτικό μοντέλο αν και πάλι σε κάνει να αναρωτιέσαι μέχρι το τέλος.
Μαύρο ή άσπρο; Καλό ή κακό; χριστιανισμός εναντίον παγανισμού και πραγματικό ενάντια στο μεταφυσικό μπερδεύονται όλο και περισσότερο όταν τη μια στιγμή αυτά που συμβαίνουν μοιάζουν με φάρσα ή κακόγουστο αστείο και την άλλη με μια εφιαλτική πραγματικότητα γύρω από την μυστική κοινωνία ενός απομονωμένου νησιού.
Δε μπορεί να είναι όλοι τους τρελοί! Δε μπορεί να είναι όλοι τους μέσα σε κάποιο κόλπο! Ή μήπως τελικά είναι δυνατόν όλα αυτά να συμβαίνουν; Ο σκηνοθέτης θέτει όλα αυτά τα ερωτήματα καθ όλη την διάρκεια της ταινίας και αντιλαμβάνεται πλήρως το πραγματικό νόημα της θυσίας.
Το Wicker Man κερδίζει άψογα το στοίχημα του χρόνου και καταφέρνει σήμερα, 43 χρόνια μετά να σοκάρει, να μαγνητίζει, να προκαλεί, να απωθεί και να στοιχειώνει τα όνειρα μας.
7. BLACK CHRISTMAS (1974) του ΜΠΟΜΠ ΚΛΑΡΚ
Γυρισμένο το 1974 από τον Μπομπ Κλαρκ και με πρωταγωνίστρια την Ολίβια Χασέι το Black Christmas γνωστό στην Ελλάδα ως Υστερία, διαδραματίζεται μέσα σε έναν οίκο αδελφότητας θηλέων όπου παρακολουθούμε τις εναπομείναντες φοιτήτριες τη περίοδο των χριστουγεννιάτικων διακοπών να παρενοχλούνται μέσω τηλεφώνου από κάποιον άγνωστο.
Βασισμένο στον αστικό θρύλο "the babysitter and the man upstairs" το οποίο θέλει κάποιον άγνωστο να παρενοχλεί τηλεφωνικά μια μπέιμπι σίτερ την ώρα που αυτή βλέπει τηλεόραση και τα παιδιά κοιμούνται, το Βlack Christmas θεωρείτε το πρώτο slasher και αυτό που έδωσε τα θεμέλια για το Halloween και το When a stranger calls αργότερα την ίδια δεκαετία, μέχρι και το Scream το 1996.
Όλα ξεκινάνε με μια σωρεία απειλητικών τηλεφωνημάτων που εκτελεί κάποιος ψυχοπαθής σε μια αδελφότητα θηλέων μέσα στην πανεπιστημιούπολη. Τα πράγματα φαίνεται να χειροτερεύουν όταν εξαφανίζεται μια εξ αυτών.
Αν και στην αρχή σου φαίνεται μάλλον αστείο όλο αυτό το παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι γύρω απo τα απειλητικά τηλεφωνήματα γρήγορα ανατριχιάζεις όταν αρχίζεις να συνειδητοποιείς από τα πρώτα 20 λεπτά της ταινίας ότι οι κλήσεις γίνονται από τον χώρο του πανεπιστημίου.
Αν και δεν υπάρχει ιδιαίτερος λόγος που η ιστορία τοποθετείτε τα Χριστούγεννα, ο Μπομπ Κλαρκ άθελα του δημιούργησε μια ταινία που πέρασε στο πάνθεον των ταινιών τρόμου και συνάμα χαρακτηρίστηκε ως christmas classic.
8. DEEP RED (1975) του NTAΡΙΟ ΑΡΤΖΕΝΤΟ
O Βρετανός τζαζ πιανίστας Μάρκους Ντέιλι, γυρνώντας στο σπίτι του ένα βράδυ γίνεται μάρτυρας μιας άγριας δολοφονίας ενός μέντιουμ, της Χέλγκα Ούμαν, Πεπεισμένος ότι είδε κάτι που μπορεί να λύσει το έγκλημα ξεκινάει μαζί με την βοήθεια μιας δημοσιογράφου, την Τζιάννα Μπρέζι να προσπαθεί να ξεδιαλύνει την υπόθεση, την ώρα που ο δολοφόνος αρχίζει να στοχοποιεί άτομα από τον περίγυρό του δημιουργώντας το παιχνίδι της γάτας και του ποντικού.
Αδιαμφισβήτητα ο Αρτζέντο είναι ο βασιλιας του ευρωπαϊκού τρόμου. Ακολουθώντας πιστά την φόρμουλα των giallo που άφησε πίσω του ο Mario Bava, έκανε το ντεμπούτο του το 1970 με το "Πουλί με τα κρυστάλλινα φτερά". Στην συνεχεια ακολούθησαν τα "Η γάτα με τις εννιά ουρές" και το "Τέσσερις μύγες σε πράσινο βελούδο" και το 1975 ήρθε το "H ανατριχίλα της αγωνίας" ή "Σχιζοφρένεια" ή Deep Red στα αγγλικά η Profonto Rosso στα ιταλικά όπως είναι και ο αυθεντικός τίτλος της ταινίας.
Ο Αρτζέντο χρησιμοποίησε στο Deep Red την δυναμική των τριών πρώτων giallo ταινιών του, δηλαδή την μίξη μυστηρίου και θρίλερ και τα συνδύασε με την βία και στοιχεία splatter, δημιουργώντας μια λεπτή γραμμή ανάμεσα στα giallo και στις ταινίες τρόμου. Η πλοκή είναι σαν ένα παζλ με διάσπαρτα κομμάτια τα οποία καλείσαι να λύσεις μαζί με τους δυο πρωταγωνιστές. Οι απόλυτες σκηνές των βάναυσων δολοφονιών σχεδόν γοητεύουν ενώ ταυτόχρονα θεωρείτε ως η πρώτη ταινία "δημιουργικών σκηνών θανάτου" (creative death scenes) με την κάμερα σε κίνηση να ακολουθεί τα μάτια του δολοφόνου, τεχνική που μετέπειτα θα δούμε από ταινίες όπως "Η νύχτα με τις μάσκες" και το "Παρασκευή και 13" μέχρι και "Seven". To δε εκπληκτικό soundtrack της ταινίας υπογράφουν οι Goblin, το οποίο δεν αφήνει στιγμή χωρίς να σε ανατριχιάζει.
Για το τέλος το Deep Red είναι μάλλον η σπουδαιότερη δουλειά του Αρτζέντο και σίγουρα μια από τις καλύτερες ταινίες τρόμου της δεκαετίας του '70 και αδίκως χάθηκε στη σκιά του Suspiria, του ιδίου, γυρισμένο δυο χρόνια αργότερα. Μην το χάσεις.
9. LONG WEEKEND (1978) του ΚΟΛΙΝ ΙΓΚΛΣΤΟΟΥΝ
H ταινία ξεκινάει στην Αυστραλία παρακολουθώντας ένα ζευγάρι, τον Τζον και την Μάρσια, όπου μαζί με τον σκύλο τους ξεκινάνε να περάσουν ένα σαββατοκύριακο κάνοντας κάμπινγκ. Στη διάρκεια του διήμερου το ζευγάρι δείχνει ελεεινή ασέβεια προς την φύση, γεμίζοντας σκουπίδια την γύρω περιοχή, σκοτώνοντας ζώα κ.ο.κ. έως ότου η φύση τους εκδικείται με τον τρόπο της.
Από την μια θα μπορούσες να δεις σαν αστείο ότι τους συμβαίνει μιας και το μεταφυσικό στοιχείο απουσιάζει και οι δυο χαρακτήρες μοιάζουν με καρικατούρες τους σύγχρονου ανθρώπου, ο οποίος αντιδρά βίαια απέναντι στη φύση, από την άλλη η απέχθεια που αρχίζεις να αισθάνεσαι για τους δυο χαρακτήρες σχεδόν από την αρχή σου απαγορεύει κάτι τέτοιο. Από μια άποψη υπάρχει η αίσθηση του ντοκιμαντέρ και αν κληθείς να το δεις από αυτή την οπτική γωνία μάλλον θα ενοχληθείς πολύ περισσότερο σκεπτόμενος ότι ο μέσος άνθρωπος λειτουργεί κατά μια έννοια με αυτόν τον τρόπο. Η Μάρσια είναι εγωκεντρικά ενώ ο Τζον συχνά φέρεται σαν μισογύνης απέναντι της. Τα καμώματα τους γρήγορα θα τους οδηγήσουν μέσα από την παράνοια τους σε κρίσεις πανικού σε ένα εξαιρετικά ποιητικό φινάλε.
Αν και δεν είναι ξεκάθαρο αν η φύση εκδικείται η απλά έχουν πέσει θύματα μιας σωρείας συμπτώσεων, η κινηματογράφηση δίνει μια ρεαλιστική χροιά στη ταινία αποφεύγοντας συνειδητά 100% την αίσθηση του χιούμορ που σε κάνει να αναρωτιέσαι αν είναι όντως καταδικασμένοι στην ίδια τους την μοίρα.
Ο τρόπος που το δάσος φαίνεται να αλλάζει και να τους κυκλώνει μέσα στη νύχτα θυμίζει το κατά 21 χρόνια νεότερο Blair Witch Project, που προσωπικά βλέπω κάποια επιρροή, οδηγώντας τους στην παράνοια και το αναπόφευκτο τέλος που θα σου φανεί σαν κακόγουστο αστείο.
Αποφεύγοντας να γίνεται ιδιαίτερα πολιτικοποιημένο το Long Weekend , παραμένει επίκαιρο ακόμα και σήμερα.
10 MAGIC (1978) του ΡΙΤΣΑΡΝΤ ΑΝΤΕΝΜΠΟΡΟ
O Kόρκι (Άντονι Χοπκινς), ένας ταχυδακτυλουργός χωρίς ιδιαίτερα χαρίσματα, μετά από αρκετές επιτυχημένες προσπάθειες να επιτύχει, είναι στο σπίτι του ετοιμοθάνατου μέντορα του, πιστεύοντας ότι δε θα επιτύχει ποτέ στη ζωή του ευρισκόμενος σε πλήρη δυστυχία. Ένα χρόνο αργότερα χάρη σε μια μαριονέτα με το όνομα Φατς η καριέρα του εκτοξεύεται και ο ίδιος αρχίζει να κατακλίνεται από φόβους και παράνοια για την απότομη άνοδο του στην επιτυχία.
Μολονότι η ίδια η ταινία δεν είναι τρομακτική, η ερμηνεία του Άντονι Χόπκινς καθηλώνει και σε κρατά σε αγωνία μέχρι το τέλος. Αποφεύγοντας τα κλισέ των τυπικών ταινιών τρόμου με ζωντανές κούκλες, ο Ρίτσαρντ Ατένμπορο επιλέγει να δώσει μια σοβαρή προσέγγιση εξερευνώντας τις παρενέργειες των πολλαπλών προσωπικοτήτων και την ζημιά που μπορούν να να προκαλέσουν αν μείνουν αθεράπευτες.
Η εκπληκτική σκηνοθεσία σε συνδυασμό με το εξαιρετικό καστ, καθιστά το Magic ένα αριστούργημα του σασπένς, ένα διαμάντι της δεκαετίας του '70. Το αινιγματικό χαμόγελο της μαριονέτας είναι κάτι που δε θα ξεχαστεί εύκολα και θα στοιχειώνει τα όνειρα μας.
Για το τέλος, είναι σίγουρα πολλές ταινίες τρόμου ακόμα από την δεκαετία του 1970 που αξίζουν να αναφερθούν οπότε επιφυλάσσομαι μελλοντικά για μια δεύτερη λίστα.